της Έρης Βαρδάκη

Μια μητέρα πρέπει να θηλάσει το παιδί της λίγες ημέρες, λίγους μήνες ή ακόμη και λίγα χρόνια;

Η συγκέντρωση για τα γενέθλια της φίλης μου Μαρίας έμοιαζε με ένα ιδιότυπο baby shower.

Καθισμένη στη μέση του καναπέ με ένα χαμόγελο απόλυτης ευτυχίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπο, χάιδευε μακάρια την κοιλίτσα της, άνοιγε τσάντες με βελουτέ φορμάκια και άκουγε προσεκτικά τις συμβουλές των έμπειρων μαμάδων για τα μυστικά της γέννας.

Το ευχάριστο κλίμα διεκόπη με μια φαινομενικά αθώα δήλωσή της: «Ε, ναι, σε τέσσερις μήνες θέλω να έχω επιστρέψει στη δουλειά. Θα θηλάσω το μωρό μέχρι τότε και μετά θα χρησιμοποιήσω φόρμουλα».

Φρίκη και αποτροπιασμός σχηματίστηκαν ξαφνικά στα πρόσωπα δύο μαμάδων από την παρέα. «Είναι δυνατόν να λες τέτοια πράγματα;» της έλεγαν. «Ο θηλασμός είναι ο πιο δυνατός δεσμός της μητέρας με το παιδί της» προσέθεταν, για να τονίσουν ότι «τουλάχιστον για έναν χρόνο πρέπει να θηλάσεις. Είναι υποχρεωτικό».

Η Μαρία βρέθηκε ξαφνικά αντιμέτωπη με δύο ιδιαίτερα δυναμικές οπαδούς του κινήματος του θηλασμού. Το τελικό ερώτημα που της έθεσαν την έστησε στον τοίχο: «Πόσο καλή μητέρα θέλεις να γίνεις;».

Η ίδια ερώτηση είχε τεθεί με παρόμοιο τρόπο πριν από δύο χρόνια σε εξώφυλλο του περιοδικού «Τime», το οποίο είχε προκαλέσει σάλο. Απεικόνιζε μια όμορφη 26χρονη γυναίκα που θήλαζε όχι ένα βρέφος αλλά ένα αγοράκι τριών ετών, το οποίο στεκόταν όρθιο σε ένα καρεκλάκι ώστε να φτάνει στο ύψος του στήθους της. Ο τίτλος ήταν αρκετά υπαινικτικός: «Are you mom enough?» (Είσαι αρκετά μητέρα;).

Στο άρθρο ουσιαστικά πρωταγωνιστούσαν μαμάδες που έχουν θέσει ως βίβλο της ανατροφής των τέκνων τους το εγχειρίδιο «Τhe Βaby Βook» του δρος Μπιλ Σίαρς και της συζύγου του Μάρθας.

Το βιβλίο εισήγαγε τη θεωρία του «attachment parenting», η οποία μεταξύ άλλων επιτάσσει επιμήκυνση του θηλασμού, ύπνο του παιδιού μαζί με τους γονείς του και γενικότερα μια σχέση συνεχούς προσκόλλησης.

Οι Ελληνίδες και ο θηλασμός

Ο θηλασμός όχι μόνο έχει επιστρέψει ως στάνταρ επιλογή, αλλά πληθαίνουν οι γυναίκες που θηλάζουν τα παιδιά τους για 2, 3 ή 4 χρόνια, όπως έκαναν οι μητέρες στις προπολεμικές ή στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.

«Ο λαός έλεγε “θήλαζε το παιδί σου για να είναι γερό”.

Αυτό πλέον αποδεικνύεται επιστημονικά μέσα από μελέτες» αναφέρει στο ΒΗmagazino o Γεώργιος Λιόσης, διευθυντής του Νεογνολογικού Τμήματος του νοσοκομείου «Ελενα Βενιζέλου» και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Θηλασμού.

«Μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν ότι τα παιδιά που θήλασαν είχαν πολύ μικρότερα ποσοστά σε ορισμένες μορφές παιδικού καρκίνου. Σήμερα σιγά σιγά ανακαλύπτουμε στο εργαστήριο τις αιτίες και τους λόγους για τους οποίους αυτό συμβαίνει.

Διάφορες επίσης μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά που θηλάζουν έχουν υψηλότερο ΙQ, Τώρα υπάρχει εξήγηση για το φαινόμενο αυτό: υπάρχουν παράγοντες στο μητρικό γάλα που φαίνεται ότι ωριμάζουν τα διάφορα όργανα του σώματος και κυρίως τον εγκέφαλο.

Άλλες μελέτες έδειξαν ότι τα παιδιά που θήλασαν είχαν μειωμένο ποσοστό λοιμώξεων. Όσο περισσότερο χρόνο θήλασε ένα παιδί, τόσο λιγότερες λοιμώξεις παρουσιάζει.

Καθημερινά προκύπτουν και νέα δεδομένα που δείχνουν την αξία του μητρικού γάλακτος.

Τα πανεπιστημιακά μου συγγράμματα ελάχιστα αναφέρονταν στην αξία του μητρικού γάλακτος, μιλώ για τη δεκαετία του 1970-1980, που είχαν πρωτοβγεί οι φόρμουλες και οι εταιρείες είχαν επενδύσει πολλά χρήματα στις διαφημιστικές καμπάνιες.

Πολλές φορές σήμερα βλέπουμε γιαγιάδες που γέννησαν τα παιδιά τους εκείνη την περίοδο να αντιδρούν ώστε να μη θηλάσουν σήμερα οι κόρες τους τα εγγόνια τους».

Σε έρευνα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2009, τα ποσοστά των Ελληνίδων που επέλεγαν τον αποκλειστικό θηλασμό δεν έμοιαζαν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά.

Την πρώτη ημέρα της ζωής του βρέφους θήλασε αποκλειστικά το 41% των γυναικών, στο τέλος του πρώτου μήνα θήλαζε μόλις το 21%, στο τέλος του τρίτου μήνα το 11%, ενώ τον έκτο μήνα το ποσοστό αυτό σχεδόν μηδενίστηκε (0,8%).

Ωστόσο ίσως το πιο ανησυχητικό, σύμφωνα με την έρευνα, ήταν ότι δύο στις τρεις γυναίκες έλαβαν συνταγή ή σημείωμα για γάλα σκόνη φεύγοντας από το νοσοκομείο, ενώ περίπου μία στις τρεις έλαβε δωρεάν δείγμα γάλακτος.

«Η έρευνα αυτή είναι κάπως παλιά. Τα πέντε τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές προσπάθειες από την Ελληνική Επιτροπή Θηλασμού και του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού και τα ποσοστά των Ελληνίδων που θηλάζουν έχουν ανεβεί.

Γίνεται μεγάλη προσπάθεια και στα ιδιωτικά μαιευτήρια.

Μην ξεχνάμε ότι πλέον διαθέτουμε τρία φιλικά προς τα βρέφη νοσοκομεία: το “Ελενα Βενιζέλου”, το Αττικόν και τώρα έγινε και το Μητέρα.

Τα φιλικά προς τα βρέφη νοσοκομεία αλλάζουν τις πρακτικές σίτισης των νεογέννητων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το ποσοστό των γυναικών που θηλάζουν τα παιδιά τους.

Για να λάβει το νοσοκομείο την πιστοποίηση θέτονται αυστηρά κριτήρια, εκπαιδεύεται όλο το προσωπικό, από τον γιατρό και τη μαία μέχρι τον διοικητή και τους τεχνικούς. Γιατί ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να ερωτηθεί σε θέματα που αφορούν τον μητρικό θηλασμό».

Μια γρήγορη έρευνα στο ελληνικό Διαδίκτυο αποδεικνύει ότι αρκετές Ελληνίδες μητέρες ενδιαφέρονται για τον μητρικό θηλασμό.

Διάφορα blogs και fora δίνουν χρήσιμες πληροφορίες, ενώ εθελόντριες σύμβουλοι θηλασμού διοργανώνουν συναντήσεις.

Ωστόσο εντύπωση προκαλούν διαδικτυακοί καβγάδες κάτω από άρθρα που αναφέρονται στον θηλασμό: από τη μία πλευρά οι θηλάζουσες, από την άλλη αυτές που δεν το επιθυμούν.

Η φόρτιση είναι μεγάλη: νουθεσίες, τύψεις και ασκήσεις φεμινισμού ανακατεύονται με επιστημονικές μελέτες.

H Xριστίνα Αδαμοπούλου, αρχιτέκτονας, είναι μητέρα ενός τετράχρονου αγοριού και ενός κοριτσιού 20 μηνών, το οποίο εξακολουθεί να θηλάζει, είναι υπέρ του θηλασμού αλλά σε καμία περίπτωση επικριτική προς άλλες γυναίκες που δεν θέλουν να θηλάσουν.

«Η μητέρα ενός φίλου γέννησε τη δεκαετία του 1970. Η γυναίκα αυτή είχε μια καριέρα την οποία έπρεπε να προστατεύσει με κάθε τρόπο. Επέλεξε να μη θηλάσει και την επόμενη ημέρα να πάει στο γραφείο. Δεν μπορώ να την καταδικάσω. Την καταλαβαίνω». 

Θηλασμός σε προσχολική ηλικία

«Μερικές θηλάζουν μέχρι δυόμισι-τριών χρόνων τα παιδιά τους! Ελεος! Ας βγει να το σχολιάσει ξεκάθαρα ένας γιατρός. Νομίζω πως μέχρι οκτώ μηνών κερδίζει ό,τι είναι να κερδίσει. Γιατί μας πρήζουν οι υπόλοιποι γονείς;».

Πρόκειται για το σχόλιο ενός χρήστη του Internet που υπογράφει με το ψευδώνυμο «Ελευθερώστε τα babies».

Πράγματι, ο χρόνος που πρέπει να σταματήσει μια γυναίκα να θηλάζει το παιδί της αναδεικνύεται το πιο αιχμηρό σημείο της σύγκρουσης.

«Δεν υπάρχει σαφής άποψη για το πότε ακριβώς θα πρέπει να σταματήσει μια μητέρα να θηλάζει» ξεκαθαρίζει ο παιδίατρος Γεώργιος Λιόσης.

«Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφέρει ότι υπάρχουν πολλά οφέλη για την υγεία του παιδιού από τον αποκλειστικό θηλασμό κατά τους πρώτους έξι μήνες της ζωής του, στη συνέχεια μπαίνουν και διάφορες τροφές γιατί το παιδί έχει ανάγκη από περισσότερες θερμίδες και επιπλέον θρεπτικές ουσίες.

Ετσι ο ΠΟΥ κάνει λόγο για θηλασμό μέχρι τον έναν χρόνο, που μπορεί να συνεχιστεί ως την ηλικία των δύο ετών ή και περισσότερο.

Δεν ισχύει αυτό που λέγεται ότι δεν υπάρχει λόγος κάποια μητέρα να θηλάσει μετά τον έναν χρόνο.

Μπορεί να θηλάσει χωρίς να υπάρχει πρόβλημα».

Τη δική της θέση δίνει και η Εφη Λάγιου-Λιγνού, ψυχοθεραπεύτρια παιδιών και εφήβων, επόπτρια κλινικού έργου της Πανεπιστημιακής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Παίδων  «Η Αγία Σοφία»:

«Η μητέρα δεν εξυπηρετεί τις αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού με τη διατήρηση του θηλασμού, ενώ το παιδί μπορεί ήδη να τρέφεται μόνο του. Μπορεί να θέλει να διατηρήσει την εικόνα της ως “πανταχού παρούσας και τα πάντα πληρούσας μητέρας”, αλλά έτσι δεν του προσφέρει το πλαίσιο να αναπτυχθεί, το παιδί μπερδεύεται και αναρωτιέται “είμαι μεγάλος αφού πηγαίνω σχολείο (παιδικό σταθμό) ή το μωράκι της μαμάς;”.

Ο παρατεταμένος θηλασμός δεν το προετοιμάζει να είναι ανθεκτικό σε ματαιώσεις, απογοητεύσεις και αντιξοότητες, που αναπόφευκτα θα συναντήσει στη ζωή του».

Η δικαστική επιμελήτρια Ασημίνα Αντωνίου-Στεφανάκου, μητέρα δύο αγοριών, συνεχίζει να θηλάζει τον γιο της, που τον Ιανουάριο έκλεισε τα τέσσερα.

«Είναι ανεξάρτητος. Την πρώτη ημέρα που πήγε σχολείο έβαλε την τσάντα του στους ώμους και μου είπε: “Θα πάω σχολείο αλλά δεν θα σταματήσω να πίνω το γάλα σου”.

Γέννησα το πρώτο μου παιδί στη Βοστώνη και θήλασα μόνο έξι μήνες. Τότε όμως, το 2005, παρακολούθησα όλη τη δημόσια συζήτηση στις ΗΠΑ για τις θετικές επιπτώσεις του θηλασμού για πολύ περισσότερο από έξι μήνες, συνάντησα μητέρες που θήλασαν τα παιδιά τους ενώ ήταν μεγαλύτερα των δύο και τριών ετών και στο δεύτερο παιδί μου, το 2010, προέκυψε αβίαστα και φυσικά μια ανάλογη απόφαση».

Τελικά η Μαρία γέννησε πριν από μερικές ημέρες. Την επισκέφθηκα στο μαιευτήριο.

«Τι θα κάνεις με το θέμα του θηλασμού;» τη ρώτησα. «Μακάρι να ήξερα. Δυστυχώς δεν υπάρχει ένα και μόνο “μάνιουαλ”» μου απάντησε.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino

Αφήστε μια απάντηση